Τρίτη 25 Αυγούστου 2009

. http://www.jango.com/stations/19349087/tunein?u=0&song_id=90406&proxy_id=2531800 στην σιόρα cinque. τί σημασία έχει κι αν δε μου σηκώνεται.... τό ΄να τσιγάρο πίσω από το άλλο μπορώ ακόμα να καπνίζω να φαντάζομαι τό ξυρισμένο σου υγρό μουνόπουλο και να τον παίζω χωρις έλεος χωρίς προοπτική καθηλωμένος κάτω από ένα ταβάνι με τις δεκαοχτούρες έξω να γρυλιζουνε γυρεύοντας γαμήσι στά κλαριά των δέντρων μέ όλα τα χρόνια που μας διαφέρουν νά ηλεκτρολύονται μέσα στά χάδια των ασύρματων inter και net~ και blog που μας χωρίζουν μέχρι πού στο τέλος χύνω μέ έναν σπασμό απόμακρο και έναν πούτσο πατσαβούρα α- λλά η κα- βλα μου μένει μέσ' την παλάμη λευκή και ζητάει τη γλώσσα σου τί σημασία έχει που δε μου σηκώνεται αφού σ΄αγαπώ,
http://www.jango.com/stations/16089348/tunein?u=0&song_id=49170&proxy_id=2531800. Η ΕΡΩΤΙΚΗ ΑΠΟΓΟΗΤΕΥΣΗ./ πιστιμονιακή διατριβή. Δεν είναι για γέλια. Ο Έρωτας σε ξεγελάει. Σου παίρνει τα μυαλά και σε κάνει να ξεχνάς το Θάνατο. Όμως όταν ο Έρωτας σε απογοητεύει σου τα παίρνει όλα πίσω. Μαζί και τη ζωή που ζείς. Σε φέρνει κοντά στο θάνατο. Εμείς, σαν άνθρωποι αδύνατοι, καθοριζόμενοι από τις αδυναμίες μας και για αυτόν το λόγο ίσως προσφιλείς στους Θεούς, αγαπάμε τα λάθη μας και οπλιζόμαστε από αυτά με θεαματικά και βροντόφωνα όπλα, πλην όμως ατελέσφορα την ώρα της μάχης, γιατί συνήθως με τον ίδιο μας τον εαυτό αντιμαχόμαστε. Και αυτόν, με αυτά τα όπλα μόνον να τον βλάψουμε μπορούμε. Εάν έρθει ο κόμπος στο χτένι τοτε τα όπλα αυτά είναι άχρηστα και ένα μόνο μένει, η τρέλα για όσους εχουν ικανότητα να ελίσσονται και η αυτοκτονία για τους ατσαλένιους. Toν θάνατο δεν το κρίνω σκόπιμο να τον ξεχνάμε. Αντιθέτως. Διότι εάν συμβει κάποτε το μυαλό μας, αυτός ο εχθρός, ο αντίπαλος της καρδιας να μας γελάσει – αυτός είναι ο ρόλος του, να μας ξεγελά- εάν συμβει λοιπόν να μας υποβάλλει καποια στιγμή την ψευδή και ανυπόστατη ιδέα ότι τα έχουμε χάσει πλέον όλα, τότε το μόνο, το μόνο που θα δούμε ολόγυρα ότι απομένει θα είναι ο Θάνατος. Και θα τον υποδεχτούμε σαν σωτήρια λύση, θα τον αγαπήσουμε και θα βαδίσουμε με πλησμονή προς αυτόν. Δηλαδή θα αντιμετωπίσουμε την αυτοκτονία. Αν το σκεφτεί κανείς ψυχρά, εννοείται πως δεν συντρέχει κανείς κύριος λόγος ούτε για να αυτοκτονήσει ούτε για να μην αυτοκτονήσει. Όπως κάποιος με σαλεμένες τις φρένες θα οδηγηθεί για κάποιον κούφιο λόγο προς την αυτοκτονία, το ίδιο βλαμένοι είναι και όσοι γαντζώνονται υστερικά στη ζωή και απεγνωσμένα την υμνούν. Δεν έχει η ζωή ανάγκη ύμνων. Είναι αυτή που είναι. Αρκεί να έχουμε απλά συνείδηση του τι συμβαίνει. Και αυτό που συμβαίνει τελικά είναι πολύ απλό. Συμβαίνει να αναπνέουμε. Εισπνοή – εκπνοή. Δεν συνεβαινε πριν εμφανιστούμε, και δεν θα συμβαίνει όταν θα εξαφανιστούμε. Λένε ότι ο Eρωτας είναι δημιουργός και τα λοιπά. Δεν αντιλέγω. Είναι πράγματι. Και τα λοιπά. Αυτό που ζητώ από τον άνθρωπο είναι να στρέψει την βασική του ανάγκη, την επικυρίαρχη αυτή αδυναμία του για Ερωτα, αυτήν την γλαφυρή πινελιά της ιδιοσυστασίας του, να την στρέψει προς αντικείμενα από τα οποία εκ των πραγμάτων ο Eρωτας του ως προς αυτά δεν θα τον απογοητεύσει. Ο Έρωτας μας ως προς έναν συνάνθρωπο είναι μια όμορφη, ένδεχομένως και θεάρεστη, πλάνη της φύσεως. Ας το εχω αυτό κατά νου. Διότι ως πλάνη, ευχάριστα και δημιουργικά θα με αποπλανήσει αλλα και πρόθυμα θα με σερβίρει την ερωτική απογοήτευση. Ας ερωτευθεί ο καθένας τον εαυτό του λοιπόν. Εξ αλλου αυτός είναι και ο μόνος ο οποίος θα τον συντροφεύει, θα του κρατάει παρέα, μέχρι την τελευταία του εκπνοή. . .http://www.jango.com/stations/16089348/tunein?u=0&song_id=26540&proxy_id=2531800 . . .http://www.jango.com/stations/16089348/tunein?u=0&song_id=24409&proxy_id=2531800 ε, για να τελειωσουμε όμορφα χεστε τα αλλα τα τραγουδια, μονο αυτο να ακουσετε. Σας αγαπώ. . . .http://www.jango.com/stations/16089348/tunein?u=0&song_id=917&proxy_id=2531800 κι αυτο δεν ειναι ασχημο......
Ο Άδωνης. Κρύβεται μέσα στο κουστούμι του. Φέρει επιγραφή ελληνική στο μέτωπο. Δηλώνει μέτοικος. Νεκρός. Ζεί μόνος. Τριγύρω στα μπαλκόνια οι κυράδες πίνουν το φραπόγαλο. Πλην ο Άδωνης δεν είναι ένα βιβλίο, μιά εικόνα, μενεξές. Επιπλέει. Σαν εισιτήριο του Οριάν Εξπρές τις άδειες νύχτες. Στα χειμωνιάτικα ψυχρά ρούχα στις κλειστές ντουλάπες. Στα παραμύθια που μιλούν για Κέδρους. Είναι αυτός που άδει στο σκοτάδι. Κρατάει το κλειδί του Άδη το μικρό το δίπορτο να ξεκλειδώνει μέσα στα όνειρά σου τη ζωή. . .
O NTIOYH μου έστειλε το παρακάτω κείμενο και ζήτησε αορίστως μια σχετική παρανκελιά. Βρε μυστήρια ανεψάκια που εχω.... Καμιά ανεψούλα δε θα κάτσει, που θα πάει... Ανδρόγυνος ο Φαραώ Ακενατών Ο Ακενατών δεν ήταν ο πλέον ανδροπρεπής Φαραώ, αποφαίνονται τώρα οι επιστήμονες, παρότι απέκτησε πέντε-έξι παιδιά. Μάλιστα εξαιτίας κάποιας σοβαρής ορμονικής διαταραχής ήταν έως και ερμαφρόδιτος. Γιατρός του Πανεπιστημίου του Γέιλ ανέλυσε απεικονίσεις του Φαραώ Ακενατών για την ετήσια σύνοδο στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου του Μέριλαντ σχετικά με τους θανάτους ιστορικών προσώπων. Σύμφωνα με τα ευρήματα του δρος Ιρβιν Μπρέιβμαν, το ανδρόγυνο στιλ του Ακενατών οφειλόταν σε μια γενετική μετάλλαξη εξαιτίας της οποίας υπερίσχυαν οι θηλυκές ορμόνες στο σώμα του. Ταυτόχρονα το ακραία ωοειδές σχήμα του κεφαλιού του οφείλετο σε μια δυσμορφία εξαιτίας της σύντηξης των οστών της κεφαλής σε πολύ νεαρή ηλικία.Ο Φαραώ Ακενατών «είχε ανδρόγυνη εμφάνιση. Ηταν θηλυπρεπής, με ανοιχτή περιφέρεια και στήθος, αλλά ήταν άνδρας, ήταν γόνιμος και απέκτησε έξι κόρες», αποφαίνεται ο Μπρέιβμαν, που χρησιμοποίησε για την έρευνά του αγάλματα και γλυπτά του Ακενατών. Ο εν λόγω Φαραώ έμεινε στην ιστορία για την εισαγωγή του μονοθεϊσμού στην αρχαία Αίγυπτο και βασίλεψε στα μέσα του 1300 π.Χ. Ηταν παντρεμένος με τη Νεφερτίτη και ο Τουταγχαμών ήταν γιος του ή ετεροθαλής αδελφός του. . .Περί Ακενατών. Το ασετόν το πρωτογνώρισα πολύ μικρός, όταν με έστελνε η θειά μου στο μπακάλη να της φέρω να ξεβάψει τα νύχια της. Τώρα είναι γριά αλλά βάφοντας – ξεβάφοντας τα νύχια τότε κατάφερε και νύχιασε τον θείο και δεν έμεινε στο ράφι. Τα δεύτερο που έμαθα για το ασετόν είναι πως όταν το μυρίζεις φέρνει ζάλη. Το τρίτο, ήμουν πλέον πολύ μεγάλος, ότι πρόκειται για ακετόνη. Ο Ακενατών έπασχε λέει, από μια ασθένεια περίεργη, και εξ αιτίας της ειχε μακριά δάχτυλα και μακρουλό κεφάλι. Για να τα καταφέρουμε μαζί του πρέπει να βάλουμε μπρός κομπιουτεράκι. Δηλαδή όσο απέχουμε εμείς από τον Τρωικό Πόλεμο τόσο ακριβώς και ο Ασετών από τον παππού του τον Χέοπα και την Πυραμίδα του. Είδα ένα ντοκυμαντέρ προχτές που έδειχνε πως την πάτησε ο μαλάκας στα θρησκευτικά. Κατά βάση πρέπει να ηταν Άθεος, διότι έκοψε όλους τους Θεούς, τους συμπύκνωσε σε έναν, σκεπτόμενος προφανώς ότι με έναν Θεό θα καθάριζε πιο εύκολα. Πλην όμως οι πολλοί Θεοί είχαν και πολλούς παπάδες και αυτό του διέφυγε. Οι παπάδες είχαν την πλειοψηφία και η Δημοκρατία νίκησε. Τώρα που λέμε για Δημοκρατία, να τι σκεφτόμουνα προχτές. Πως οι Δημοκρατίες πάντα ήσαν Δημοκρατίες των ολίγων και ποτέ όλων. Και τι καθόμαστε λοιπόν και καμαρώνουμε σα γύφτικα σκεπάρνια, η Δημοκρατία και η Δημοκρατία…. Ποιανού? Του Αισώπου? Χά! Τέλος πάντων. Όσοι πεθαίνουν περισσεύουν. Μόνο που περισσεύουν πάντα οι φτωχοί. Τωρα χασμουριέμαι και νυστάζω, αλλά έχω παραγγελιά γι’ αυτόν τον Ασετών και πρέπει να την φέρω βόλτα. Πάντως καλά θα τα περνούσε ο μάγκας, ε? Με μία γυναίκα ως η Νεφερτίτη εννοώ. Πολύ τραγουδισμένη γκόμενα αυτή… Της είχα κάνει αφιέρωμα και στις Sachleς. Για να΄μαι ειλικρινής την παραδέχομαι. Έχει μουτράκι μαγικό. Εννοώ πως χίλιες φορές την έχω δεί ως τώρα, μάλιστα μου είχε τύχει κάποτε και μία γυναίκα, η Νταίζυ, που της έμοιαζε, στο τούτο της που λένε, στης μουσούδας της το πεταχτό και μελαμψή, χίλιες φορές λοιπόν την έχω δει τη Νεφερτίτη και ποτέ δεν πήγε το μυαλό μου να σκεφτεί πως άραγε να ήταν ο κώλος της. Για δες λοιπόν… πρωτοφανές! Και μόλις τώρα χάρις στην παραγγελιά του Ντιούη μου ήρθε και πέρασε από το μυαλό μου αυτή η απορία. Α πα πα πα πα τι πάω να σκεφτώ τώρα ο δόλιος. Εν πάσει περιπτώσει, πρόκειται για μούμια πλέον. Όσο δε για τον γυιόκα της, προφανώς κωλόφαρδος μιας κι ετυχε και ανακαλύψαν άθικτο τον τάφο του. Και ετσι τον μαθαμε κι εμεις. Αυτός ο Τουτ Αν Χαμούν επρόκειτο για μηχανόβιο και την πάτησε. Δεκαοχτώ χρονώ έπεσε και τσακίστηκε από το άρμα, σακατέφτηκε στο γόνα και σε ένα μήνα τά ‘φτυσε. Τι να σου πω… Πάντως έχει κάτι αυτή η οικογένεια που με θέλγει αντιφατικά. Θέλεις να είναι η ασώματος η κεφαλή της Νεφερτίτη, θέλεις η σπάνια ασθένεια του συζύγου της, αυτού του Πρόδρομου του Μωησή, θέλεις το οικογενειακό ατύχημα με τον πιτσιρικά τον Τούτυ, τι να πω… Αν ήταν σύγχρονη, αν ήμουν γείτονάς τους, μάλλον θα προτιμούσα να μην έχω πολλά πάρε-δώσε μετ΄αυτούς. Θα έμπλεκα όμως γιατί αυτήν την Νεφερτίτη θα την γούσταρα πολύ. Μ΄αρέσουν οι μυστήριες κυρίες. Και έτσι όπως είναι ακατάδεχτη, ούτε και που θα γύριζα να την κοιτάξω. Έτσι φέρομαι εγώ. Μόνο τα βράδια, το παράθυρό της με το φως των λύχνων, τις σκιές στους τοίχους θα παραφυλούσα, τις μυρωδιές από τα βαριά αρώματα της, θα έγλυφα σα σκύλος τη λεπίδα που αποτριχώνει το αιδοίο της, θα πνιγόμουν στο αίμα μου. Για χλεμπονιάρηδες μονοθε’ι’στές θα μιλάμε τώρα?
.........................................
o/η roula karamitrou είπε Όσο για τη θάλασσα στο συρματόπλεγμα του πέμπτου... εγώ μόνο ακουστά την έχω... ΚΑΙ δεν είναι χιούμορ ΕΧΩ ΠΑΡΕΙ ΚΛΙΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΔΗΜΑΡΧΕΙΟ ΑΚΡΙΒΩΣ ΕΚΕΙ. θα περιμένω το ποίημα ¨] Σευχαριστώ. 26 Απρίλιος 2008 11¨30 μμ Το προαύλιο. Το χειμώνα του ’63 καν του ’64, που να θυμάμαι τώρα, είχε γίνει μια απεργία. Η λεγόμενη 15%, και σε αυτήν είχαμε πάρει μέρος και εμείς, οι μαθητές. Όχι όλοι βέβαια. Πολλοί καθηγητές δούλεψαν και πήγαν στο μάθημα, αν και γι’ αυτούς γινόταν η απεργία. Τη μέρα εκείνη το προαύλιο ήταν η μόνη του φορά που το θυμάμαι να ζεί μία έντιμη υπολανθάνουσα αναταραχή. Οι συνηθισμένες ομαδοποιήσεις είχαν διαταραχθεί και αλλάξει. Οι συγκεντρώσεις ήσαν τυχαία εγκατασπαρμένες και ανισομερείς. ‘Εκανε κρύο και είχε συννεφιά. Φωνές δεν ακούγονταν και οι προαυλιζόμενοι, δηλαδή εμείς οι ίδιοι, ως μόνη ημιδιαμαρτυρία τους διεκδικούσαν τη σιωπηλή, με σιγανές λακωνικές κουβέντες παρουσία τους στο προαύλιο. Με το ένα πόδι μέσα στις αίθουσες που υπολειτουργούσαν και το άλλο στο δρόμο για το σφαιριστήριο. Ώσπου το προαύλιο άδειασε εντελώς, έμεινε πιο θεόγυμνο και από ότι ανάμεσα στα διαλλείματα, νεκρώθηκε. Η απεργία πέτυχε και μετά από δυο-τρία χρόνια ήρθε η χούντα. Αλέξανδρος Κωνσταντινίδης του Γρηγορίου Τηλεφωνική δήλωση, 4 Μα’ί’ου, 20¨24 ‘’Πολύ όμορφο. Στην περίφραξη, δίπλα στη θάλασσα τσιγάρα που έκανα…’’ Δημήτριος Βασιλείου του Φανουρίου, τα νυν Μανίνι Τηλεφωνική δήλωση, 4 Μα’ί’ου, 21¨12 ‘’Ξερα’ί’λα. Ευτυχώς που είχε τη θάλασσα. Και βαρέθηκα αυτόν τον Βρέζα στα συρματοπλέγματα της θάλασσας να ρομαντζάρει τραγουδώντας νέο κύμα’’. Ποτέ Σπυρίδων Ζερβός του Νικολάου ------------- παύλα -------------------------- Ιωάννης Γιαννούλης του Δημητρίου Γραπτή δήλωση, 4 Μα’ί’ου, 22¨24, ‘’ Το προαύλιο είχε μια χάρη, κάτι ανάμεσα σαν έμπεδο στρατοπέδου και νυχτερινό κήπο που έμπαινε στη θάλασσα’’. Παναγιώτης Θεοδωρίδης του Θεοδώρου Μέσω ασυρμάτου, μπαρκαρισμένος στην ‘’Εσπανιόλα’’ του, 8 Μα’ί’ου, 12¨34 ‘’Τα βραχάκια, τα τσιγάρα, τον Όλυμπο που βλέπαμε’’. Από τη μέρα που αποφοίτησα του ιδρύματος δεν ξαναπάτησα στο προαύλό του. Μάλιστα δεν μπορώ να θυμηθώ καν αυτή την τελευταία μέρα. Για μια στιγμή…. Κάτι με έρχεται στη μνήμη τώρα. Κάτι με κοντομάνικο πουκάμισο, μέρες Ιουλίου. Η σκιερή δροσιά της εσωτερικής μαρμάρινης σκάλας, της ψηλοτάβανης εισόδου. Κάτι σαν φοβισμένη ανυπομονησία. Της τελευταίας μου επίσκεψης, να εγγραφώ στους καταλόγους των εξεταστών. Βέβαια. Τη θυμάμαι τη μέρα. Και οι διάδρομοι, τα θρανία, ξένα και άγνωστα μέσα σε μιά βραδιά. Θυμάμαι. Κατεβαίνοντας τη σκάλα, βγαίνοντας την πόρτα, εισερχόμενος την πόλη, ούτε μία ματιά δεν έριξα, έστεκε αριστερά, για να το δώ. Ή έριξα….? Σαν να με ξαναβλέπω τώρα, μάλλον έστρεψα σαν πιόνι που βιάζεται να φτάσει στο απέναντι τετράγωνο οκτώ, έστρεψα και το είδα, το θυμάμαι. Άδειο. ‘’ Το μυθιστόρημα ‘’ Στις δέκα Δεκεμβρίου χίλια εννιακόσια εξήντα τρία είχαμε εξάωρο πρώτη ώρα Καρα’ι’σά θρησκευτικά εκεί που τέλειωνε η αυλή άρχιζε η θάλασσα τον Μάιο με τους ζεστούς καιρούς μετά το εξάωρο κολυμπούσαμε αριστερά σπίτι διόροφο θεμελιωμένο στα αρχαία βράχια μια εξέδρα σκεπαστή έβγαινε όταν πέφταμε στο κύμα ένα κορίτσι και μας κοίταζε στις δέκα Δεκεμβρίου ο Καρα’ι’σάς με εξέτασε και με μηδένισε ήμουνα φλώρος και αγάμητος δύο βραδιές απ’ το κακό μου δεν κοιμήθηκα το ίδιο το απόγεμα με τον Δημόπουλο πήγαμε σινεμά πρίν ανεβούμε στον εξώστη στο Ολύμπιον με κέρασε Αριστοτέλους Τσιμισκή γωνία μία πάστα σοκολατίνα πλήρωσε δύο δραχμές. Κάθε που είχαμε σχολείο το απόγεμα σχολάγαμε με τα σκοτάδια έβλεπα απέναντι πίσω από τη θάλασσα στην άλλη όχθη του μικρού Θερμα’ι’κού ένα φως μόνο του σκέτο όλα αυτά τα χρόνια το έβλεπα ως που τελείωσα για την δεκάτη Δεκεμβρίου δεν εχω άλλα να πώ το φως πέρασαν χρόνια έψαξα το βρήκα στο ανάχωμα της ακτής στην Παλιομάνα στις ρηχονεριές κτήριο μόνο αντλιοστάσιο της Δεή και πίσω ο βουλιαγμένος κάμπος ως τις εκβολές του Αξιού πάντα κλειστό και κλειδωμένο τόπος έρημος νεκρός μου άρεσαν πολύ αυτοί οι τόποι δεν με πρόκοψαν ποτέ όπως το εννοεί ο κόσμος όλες μου τις αγάπες εκδρομές τις έσερνα σε σκουπιδότοπους. Για τον καιρό δεκάτη Δεκεμβρίου χίλια εννιακόσια εξήντα τρία δεν θυμάμαι μάλλον θα είχε συννεφιά κρύο διαπεραστικό όχι Βαρδάρης υγρασία η κρίση με τον Κάστρο και τον Κένεντυ Νοέμβριο πύραυλοι του Χρουτστώφ στην Κούβα όλα μένουν όλες τους συννεφιασμένες μέρες βροχή όχι όλοι αυτοί έχουν πεθάνει είδα χτές τον Δημόπουλο τον αναγνώρισα απ’ τα σουσούμια των κινήσεων από το rock της ομιλίας όλα όσα επάνω μας κολλάνε από την αρχή και μένουν αναλλοίωτα μέχρι το τέλος φρίκη τέλος μου άρεσε πολύ αυτή η χώρα όπου έβγαινε το φώς χρόνια αργότερα την ευχαρίστησα πάντως ‘’Το μυθιστόρημα’’ ο τίτλος είναι κλεμμένος απ’ το ποίημα του Σεφέρη στις δέκα Δεκεμβρίου χίλια εννιακόσια εξήντα τρία έλαβε το Νόμπελ . . .
Aνώνυμος είπε... όχι απλώς να μ' έχεις κατα νού, δε με φτάνει, να γράψεις ΓΙΑ ΜΕΝΑ. 4 Μάιος 2008 1¨50 μμ Η Τυφλόμυγα. Αν το καλοσκεφτείς, ανώνυμο είναι μόνο το μέλλον. Όσο πιο μακρινό, όσο πλέον ασύλληπτο, τόσο περσότερο ένδοξα ανώνυμο το μέλλον. Το παρελθόν διαθέτει τα ονόματά του και μπορείς εύκολα να το προσεγγίσεις. Πλειστόκαινος φερ’ ειπείν. Ιχθυόσαυρος. Μέχρι big-bang. Και φτού κι απ’ την αρχή. Βέβαια και το παρελθόν διαθέτει τις ανωνυμίες του. Ποιο ήταν το όνομα, ας πούμε, του Παλαιομακεδόνα στρατιώτη που έδωσε νερό να πιεί στον Αλέξανδρο κι αυτός το έχυσε χάμω, όπως λέει ο μύθος? Και πώς ονομαζόταν ο προπάππος του προπάππου σου? Αυτές είναι οι συγκινητικές ανωνυμίες και όχι πως τον έλεγαν τον συγγραφέα της Ελληνικής Νομαρχίας. Οστόσο τωρα βέβαια στα blogs το ανωνύμως διαθέτει μίαν άλλου είδους γοητεία, σαν και αυτή που είχε το κρυφτό που παίζαμε παιδιά, κρύβομαι δηλαδή για να με βρείς. Θυμάσαι? Τη μαγεία, την ανατριχίλα της στιγμής, όταν κρυμμένη άκουγες τα βήματα να πλησιάζουν την κρυψώνα σου? Το ‘’Λύκε λύκε, είσ’ εδώ? – Βάζω τα παπούτσια μου και τρέχω να σε βρώ!’’. Ε, ναι. Θα βρώ ποια είσαι , ω ανώνυμη, και θα σε δανκάσσω… . .
.
' Up d’8 Oxι βέβαια και να καταργηθεί το πληκτρολόγιο! Απλως, καμία φορά ας πιάνουμε και το μολύβι, αυτό θελω να πω. Το μεγάλο πλεονέκτημα της πληκτρολόγησης είναι η ευκολη διόρθωση, το κόψε-ράψε, η ταχύτητα. Επαγγελματικά πράματα. Εγώ, ως αντιπαραγωγικός, θεωρώ ότι η χειρόγραφη απεικόνιση της σκέψης μου πλεονεκτεί σε κάμποσα σημεία. Πρώτον και κυριότερον με βοηθάει να μη μεταθέτω ες αύριον την όποια έμπνευση της στιγμής. Τώρα π.χ. είμαι ξαπλα στο κρεβάτι και το γράφω. Μέχρι να άνοιγα υπολογιστή κτλ θα μου είχε φύγει. Ένα παλιό μου blog το είχα γράψει ολόκληρο στον καναπέ, με τα ποδάρια μου ψηλά, στην καρέκλα, στάση που βοηθάει ως γνωστόν να κατεβαίνουν οι ιδέες από τα πόδια στο κεφάλι. Άλλο πλεονέκτημα που βρίσκω εγώ είναι ότι το κείμενο το ‘’αναγνωρίζω’’ σαν δικό μου έργο, σαν προέκτασή μου. Όχι μονο ο γραφικός χαρακτήρας αλλά και οι τροπές που παίρνει αυτός ανάλογα με τα κέφια της μέρας και τη διάθεση της στιγμής. Βεβαίως είναι και το πολυτονικό. Στη χειρόγραφη αποτύπωση δε μπορεί να μου το στερήσει κανείς, και ναι μεν ειμαι ανορθόγραφος αλλά μπορώ να χαίρομαι την διαφοροποίηση που επισημαίνει ένα που ή ένα πως με οξεία από ένα άλλο με περισπωμένη. Ετσι απολαμβάνω τη γραφή με το πολυτονικό όπως μεσω της ορθογραφίας απολαμβανω την προφορά των λέξεων στην ομιλία. Και εξηγούμαι επ’ αυτού, ακόμα και τους πιο ανυποψίαστους διαφορετικά τους ακους να προφέρουν τον φθόγγο Ε στη λεξη παιδί και στη λέξη πεζός, το πρωτο Η από το δευτερο στη λεξη σημείο, κτλ κτλ που δεν είναι της στιγμής. Όλα αυτά είναι μικρες ιδιωτικές, προσωπικές, χαρές και δικαίωμα του καθενός είναι να τις διατηρήσει. Βεβαια δεν ισχυρίζομαι ότι πρεπει να ξαναγυρίσουμε στον κοντυλοφόρο. Ουτε κατά διάνοια. Αντίθετα βρίσκω θετικό βήμα και τα γκρήχλιςς, και τα σύμβολα που έχουν ενσωματώσει οι πιτσιρικάδες στην αλφάβητο και μαλιστα ακομα και αυτό που ακουσα, ότι στην Ιβηρική θεσμοθετήθηκαν ειδικά σύμβολα στη γραφή με τα οποία προειδοποιείται ο αναγνωστης στην αρχη μιας πρότασης αν είναι φερ’ ειπείν ερωτηματική ή ότι άλλο ώστε να είναι προετοιμασμένος κατά την ανάγνωσή της. Απλώς θέλω κι εγω να καμαρώσω για κάποιοες χάρες και χαρές της γραφής που καλώς χάθηκαν, αλλά χάθηκαν, όπως θα έκανε και ο Γέρος του Χέμινγουεη βλέποντας τώρα τα ταχύπλοα να ανεβάζουν δύο-δύο τους ξιφίες με τα αυτόματα καλάμια. ΥΣ. ‘ασε δε που γράφοντας στο χαρτί χρειάζεσαι μόνο το ένα χέρι, οπότε εάν γράφεις όπως εγώ τωρα, ξάπλα, με το άλλο μπορείς και να τα ξύνεις….. . .ΥΣ αναγκαστικα καποια σημεια του χειρόγραφου τροποποιήθηκαν και αλλα -οπως αυτό για την υπογεγραμμενη - απαλείφθηκαν. Αυτο θελω να πω. Ασε το σχεδιο που εμεινε εκσω..... Για το κεφι μας λοιπον το χειρογραφο, αλλα ας το κανουμε που και που. ΥΣΣ βρε ιδεα ο Κάρολος... σαν το Κεφάλαιο θα μακρυνει αυτο το ποστ! Αλλα και η ΑΤΗΕΝΑ παρανκελια! .


http://www.jango.com/stations/16089348/tunein?u=0&song_id=20914&proxy_id=2531800 To καλαμάρι έγραφε και το χαρτί μιλούσε.
..
.
γραπσε τορα τιν δικι σου εκδοχι για τσι μιτροπετρεσ.τορα που εβαλεσ μιαλο θιμασε καλιτερα.ηνε παρανκελια. .

Ποιά ερμηνεία και ποια εκδοχη μπρε άκαρδε ζητάς, σιγά το πράμα, που με κογιονάρεις τόσες δεκαετίες για ένα τυχαιο λαπσουλίνκιο! Δείξε μου έναν που δεν γλώσεψε ποτέ τη μπέρδα του!
Με έτρεχες όλη τη μερα μεσα στο κακαήλιο για να βρεις νερόμυλους και μεχρι να ανακαλύψεις τον νερόμυλο της μέρας θάλασσα δεν έβλεπα. Πλέρωνες τη βενζίνα αλλα ήθελα και κανα λουτρο θαλάσσσιο... κανα μπικινάκι γερμανίας νοσοκομιακό. Έτυχε και μας έκατσε εκείνο το πρωί νωρίς με τη δροσούλα ο χαντακωμένος ο νερόμυλος και μολις τον είδα να διακρίνεται μεσα στα βλαστάρια ενθουσιάστηκα, ξετρελλάθηκα, θα ξεμπερδεύαμε στο τάκα τακα, έτρεξα πρώτος να βεβαιώσω οτι τα ερείπια ήταν μύλος και με το που έφτασα έφαγα γκασμά στην κράνα, γιατί οι μυλόπετρες ήταν πεταμενες και σπασμένες κομάτια, συμπέρανα πως τωρα θα τρώγαμε όλη τη μερα για να βρούμε άλλον και ετσι η κραυγή που έβγαλα ειχε κρατήσει μεν μέσα της τον κεκτημένο ενθουσιασμό ότι ανακαλύψαμε τον μύλο, ενθουσιασμό που δεν πρόφτασε να εξατμιστεί απο την ταυτόχρονη διαπίστωση οτι οι μυλόπετρες ήσαν σπασμένες, ειχε και απογοήτευση, η οποία δεν πρόφταινε να διατυπωθεί ανάλογα, και έτσι μεσα σε δυό λέξεις και μιά δραματική απαγγελία έπρεπε να χωρέσουν και τα δύο αυτά τα αντίθετα. Έτσι είμαστε εμείς οι δυσλεκλικοί. Ο εγκέφαλος δουλεύει πολύ γρήγορα και η γλώσσα δεν προφταίνει να ακολουθήσει. Εξ άλλου ήμουν λιάρδα απο το καθημερινό μεθύσι. Λιάρδα, λιάρδα, λιάρδα! Έπρεπε να πω ''οι μυλόπετρες είναι σπασμένες'' και κραύγασα ΄΄σπασάν οι μητρόπετρες΄΄. Ποιά εκδοχή και πράσινα άλογα! Και γιατί δεν μας λές εσύ, τοσα χρόνια την δική σου εκδοχή δηλαδή. Τωρα βέβαια αμα θες να κάνουμε χαβαλέ, εντάξει, είμαι ζυζλεξικός με ποιότητα, διαλέγω τι λέω. Μυλόπετρες - μητρόπετρες, έχει κάποια διαφορά. Του Μήτρου η μάνα / μητρομάνα και μητρομανίς /μήτρα / μητριαρχία / Μητροπάνος και πάει λέγοντας. Και βέβαια σπασάν αντί για σπάσαν χαριν ευφωνίας και ρυθμού. Αυτό είναι όλο. Αλλά ξερω, οι εκδοχές πρέπει να είναι διατυπωμένες επιστημονιακά και με καλλιγραφίες. Καλώς. Λάβε λοιπόν μία ανάλογη κάτωθεν, έμπλεξα γαμότο, ποιός κάθεται να τα πληκτρολογήσει όλα αυτά, καλύτερα να το έγραφα σαν ποίμα, πέντε αράδες κι ενα σχέδιο μονοκοντυλιά και ξεμπέρδεψα. . . Σπασάν οι μητρόπετρες. ''... όλα για τη μουσική...'' [απόσπασμα απο την Δεξιά Ερωμένη του Π.Θ.] . Ο Ροίκος την μήτραν εφηύρε. Η μήτρα άπλωσε τη μουσική της, έπλασε συνεκτικά ως προς αυτήν λαγόνες, κοιλιόδουλους έρωτες, στήθια γαλακτερά - χείλη βαμένα και με γέννησε. Αρχαίο δάσος, θα μεταπλασθείς σε αφράτα γυναικεία καπούλια, στήσου τώρα στην πέτρα λαξεμένο, χαμογέλασε. Ήταν η εποχή εκείνη. Τότε που ζούσαν οι άλλοι. Σε τόπους που δεν υπάρχουν πιά. Με μουσικές που δεν τραγουδιούνται. Τότε που μας φώναζαν με το όνομά μας και απαντούσε ένας άλλος. Για αυτούς τους άλλους θα μιλήσω. Σα λαγεμένοι απο τα σκοτάδια της νύχτας, κάθε βράδι στα χωράφια της, γύρω από την αναμένη λάμπα πυροβολούσαμε τον μέλλοντα χρόνο. Ο οργασμός τροχήλατος και απαστράπτων με τους κυνόδοντες ματωμένους έσβυνε το χάραγμα της μέρας. Άφηνε μονον χαραμάδες φωτεινές για να θυμίζουν. Μικρός. τότε που η μητρέρα μου έβραζε αγριάδα και την έπινε να πέσουν οι πέτρες. Και μεγάλος. που το δάχτυλο σαν Θωμάς έχωνα στο μουνί της ερωμένης ζητώντας να αγγίξω τη μήτρα της. Την έφτανα, ριγούσα, με τον δείκτη την έγλυφα, η κεφαλή της πέτρα μανηταρόσχημη σκληρή και αόρατη. Και η μουσική. Το βράδι κρασί, πρωινό με κονιάκ, ενδιάμεσα μπύρες. Κυνηγούσαμε τους νερόμυλους σε όλες τις ρυτίδες της Χαλκιδικής. Αυτοί που λες, είναι παλαι'ι'κές μηχανές, έκαιγαν τα νερά της ρεματιάς και άλεθαν σιτάρι. Το άλεθαν με πέτρες στρογγυλές κυκλώπειες. Κατόπιν το αλεύρι έπλαθε ψωμί και όλοι έτρωγαν, σούρουπο, στο σοφρά, λίγο πριν να ανάψει ο λύχνος και ακουστεί η μουσική των χέρσων τόπων. Μέρες γυρνούσαμε στα κράσπεδα της ενδοχώρας σουρωμένοι ψάχνoντας ταχα για αργούς πλέον εις την αιωνιότητα νερόμυλους. Χωρίς γυναίκες τις βραδιές έναστρες ανάβαμε τη λάμπα και η μουσική έφεγγε. Με ξυπνούσε χαράματα, να τον τρεχω για μύλους. Αγωνία μεγαλη για να τους βρούμε έρημους καταχωμένους στα αρκουδόβατα νωρίς ώστε η Μεσημβρία να μας βρει παραθίναλους. Εκείνο το νεαρό το πρωινό τρέκλιζα απο τα βραδινά κρασια, με ατμούς στα μάτια ειδα πρώτος, έτρεξα, δεν φαινόταν καλά μεσα στην πρασινάδα, ειναι? και γαμότο θα με τρεχει για να βρει άλλον, α!, αυτός είναι, αλλά οι γαμημένες οι μυλόπετρες έγερναν ξέμπαρκες και ήσαν κατασπασμένες. Και έτσι, φώναξα φρικτός και έντρομος, -Σπασάν οι μητρόπετρες!..... Σπάσανε οι ρημάδες.Έσπασαν. Τις έφαγε η αγριάδα, τις χαντάκωσε ο ήλιος, τις έλυωσε ο πετροσκούληκας. Και θα σερνόμαστε στα υψίπεδα μαντηλο'ί'σκιωτοι να ψάχνουμε και να γυρεύουμε το τίποτα. Όλα ακμαία, όμορφα, χάμω γελόντας με τον χρόνο, όλα αθάνατα, με άσβεστη τη λάμπα στο μέσον του λίκνου των, πλην ομως όλα κατοικούν αλλού. Στην εποχή εκείνη, με τους άλλους εμάς. Τότε που μας φώναζαν με το όνομά μας και απαντούσε ένας άλλος. Εδώ, τώρα, μέσα, μένει μόνο η μουσική. Η μουσική. .
.
Στη νήσο της Λέσβου δώρα φέροντας γυναικεία σώματα, την ουδέτερη λύκιθο δίπλωνα πολιορκόντας τα σπλάχνα σας. Πόσο μάταια τώρα μου φαίνεται η μεταμέλειά μου, πόσο ανίσχυρη. Δεν είμαι βέβαιος. Ίσως το ίδιο αμάρτημα να διέπραττα. Θρασύς επαίτης ηδονών αχώρητων στέργοντας την περιφρόνηση. 'Ομοιες ηδονές ασώματες και όμως τόσον έκχυλες απο της σάρκας την πληρότητα μόνον σε αυτές, αν στα λουτρά τους σε δεχτούν και σε λούσουν, θα απολαμβάνεις. . . . -

αντίστηξις - -
Χαίρε πύλη μόνη η μοχλούς τω τόκω συντρίψασα. - Αγνείας θησαύρισμα χαίρε. - Χαίρε χαράς δοχείον, σοι πρέπει χαίρειν μόνη. -Χαίρε Παρθένε, του Άδου η νέκρωσις, χαίρε πανάμωμε. -Χαίρε άχραντε, χαίρε κογχύλη πορφύραν βάψασα εξ αιμάτων σου. -Χαίρε όρος αλατόμητον, χαίρε βάθος απροσμέτρητον.
Απόσπασμα ποιήματος Ιωσήφ του Υμνογράφου. . .